AΡΘΡΟ 2. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
α) Ο παρών Όρος καλύπτει το ατύχημα που θα υποστεί κατά τη διάρκεια ισχύος του προγράμματος, ο εκάστοτε οδηγός και ο συνεπιβαίνων ιδιοκτήτης, συμμέτρως και μέχρι του συμφωνηθέντος ασφαλιστικού ποσού, υπέρ του οποίου συνάφθηκε η ασφάλιση του καλυπτόμενου από το ασφαλιστήριο οχήματος (εκτός δικύκλου), εφόσον το ατύχημα συμβεί αποκλειστικά και μόνο κατά τη διάρκεια της οδήγησης του αυτοκινήτου και εφόσον τούτο (ατύχημα) συνιστά την αποδεδειγμένα άμεση, αποκλειστική και ανεξάρτητη από κάθε άλλη αιτία των οριζομένων στις παρακάτω παραγράφους 3 μέχρι και 4 του παρόντος άρθρου κινδύνων.
Η από τον παρόντα όρο προβλεπόμενη ασφάλιση καλύπτει τον οδηγό και τον συνεπιβαίνοντα ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου και καταβάλλεται από την Εταιρεία ως ασφάλισμα Ζωής.
β) Οι υποχρεώσεις της Εταιρίας καθορίζονται αποκλειστικά και μόνο από το περιεχόμενο του παρόντος όρου και των τυχόν προσθέτων πράξεων.
ΑΡΘΡΟ 3. ΘΑΝΑΤΟΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑ
Αν επέλθει θάνατος του ασφαλισμένου συνεπεία ατυχήματος, κατά την οδήγηση, η Εταιρεία θα καταβάλλει στους δικαιούχους το προβλεπόμενο για την περίπτωση του θανάτου ασφαλιστικό ποσό. Προϋπόθεση για την καταβολή του ασφαλίσματος είναι, ότι ο θάνατος επήλθε άμεσα, αυτοτελώς και ανεξάρτητα από κάθε άλλη αιτία από ατύχημα που συνέβη κατά τη διάρκεια της κάλυψης και πάντως μέσα σε ένα (1) έτος το αργότερο από την ημέρα του ατυχήματος. Αν ο δικαιούχος συντελέσει “εκ προθέσεως” με οποιοδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, στη συντόμευση της ζωής του ασφαλιζομένου, η ασφάλιση προς αυτόν καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη και ανυπόστατη υπέρ της Εταιρίας και δεν παράγει καμιά υποχρέωση σε βάρος της.
Η αποζημίωση καταβάλλεται μετά την υποβολή στην Εταιρεία των παρακάτω δικαιολογητικών:
α) Ληξιαρχικής Πράξης Θανάτου
β) Πιστοποιητικού θανάτου ιατρού ή νοσοκομείου
γ) Πιστοποιητικό της Εφορίας για τη δήλωση του ασφαλιστικού ποσού
δ) Κληρονομητηρίου
ε) Αν για το θάνατο του ασφαλιζομένου έχει σχηματισθεί ποινική δικογραφία, πρέπει να προσκομισθούν και όλα τα σχετικά έγγραφα.
Εκτός όμως από τα παραπάνω δικαιολογητικά η Εταιρεία μπορεί να ζητήσει και οποιοδήποτε άλλο δικαιολογητικό που τυχόν θα απαιτηθεί για τη θεμελίωση της αξίωσης του δικαιούχου, ο οποίος υποχρεούται στην πλήρη απόδειξη του δικαιώματος του, από το οποίο η αξίωση αυτή απορρέει.
ΑΡΘΡΟ 4 ΜΟΝΙΜΗ ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑ (ΟΛΙΚΗ ή ΜΕΡΙΚΗ)
Η μόνιμη ανικανότητα διακρίνεται σε:
1. Μόνιμη Ολική Ανικανότητα, που επήλθε αποκλειστικά συνεπεία ατυχήματος και πάντως μέσα σε (1) ένα έτος το αργότερο από την ημέρα που συνέβη αυτό και στην οποία περίπτωση η Εταιρεία καταβάλλει ολόκληρο το ασφαλιστικό ποσό που προβλέπεται γι’αυτή. Οι περιπτώσεις τέτοιας ανικανότητας είναι περιοριστικά οι εξής:
α) Ολική απώλεια της όρασης των δύο οφθαλμών ή της λειτουργίας των δύο βραχιόνων ή των δύο χεριών ή των δύο ποδιών ή ενός βραχίονα και μιας κνήμης ή ενός βραχίονα και ενός ποδιού.
β) Ανίατη τραυματική η μετατραυματική πάθηση του εγκεφάλου που καθιστά τον ασφαλιζόμενο ισοβίως ανίκανο για κάθε εργασία
γ) Ολική διαρκής παράλυση.
2. Μόνιμη Μερική Ανικανότητα. Κάθε περίπτωση μόνιμης ανικανότητας που επήλθε από τις ίδιες παραπάνω προϋποθέσεις και η οποία συνιστά μόνιμη ολική ανικανότητα κατά τα παραπάνω, θεωρείται μόνιμη μερική ανικανότητα, εφόσον η ικανότητα του ασφαλιζομένου για οποιαδήποτε εργασία μειώνεται αντικειμενικά ισοβίως μερικώς. Σε περίπτωση μόνιμης μερικής ανικανότητας το ασφαλιστικό ποσό αποζημίωσης συνίσταται σε ποσοστό του ποσού που προβλέπεται για την μόνιμη ολική ανικανότητα, καθορίζεται δε ως εξής:
Δεξιά Αριστερά
Ολική απώλεια του βραχίονα ή του χεριού 60% 50%
Ολική απώλεια της κίνησης του ώμου 25% 20%
Ολική απώλεια της κίνησης του αγκώνα ή του
καρπού 20% 15%
Ολική απώλεια της κίνησης του αντίχειρα και
του δείκτη 35% 25%
Ολική απώλεια του αντίχειρα 20% 15%
Ολική απώλεια του δείκτη 15% 10%
Ολική απώλεια του μέσου ή του παράμεσου 8% 7%
Ολική απώλεια του μικρού δακτύλου 7% 6%
Ολική απώλεια δύο από τα τελευταία δάκτυλα
(μέσο, παράμεσο ή μικρό) 15% 12%
Μερικός ακρωτηριασμός του ποδιού μαζί
με όλα τα δάκτυλα 30%
Ολική απώλεια της κνήμης ή ποδιού 50%
Ολική απώλεια της κίνησης του ισχίου 30%
Ολική απώλεια της κίνησης του γονάτου 20%
Βράχυνση του ποδιού κατά 5 εκ. τουλάχιστον 15%
Ολική απώλεια της όρασης του ενός ματιού ή
ελάττωση στο μισό της όρασης και των δύο ματιών 25%
Ολική και ανίατη απώλεια ακοής του ενός αυτιού 10%
Ολική και ανίατη απώλεια ακοής και των δύο αυτιών 40%
Κάταγμα πωρωμένο του κάτω σαγονιού 25%
Αγκύλωση τμήματος της σπονδυλικής στήλης
με παραμόρφωση 30%
Κάταγμα πλευρών με παραμόρφωση του θώρακα
και με οργανικές ανωμαλίες 10%
Σε περίπτωση αποκοπής τμήματος μόνο δακτύλου χεριού, καταβάλλεται μέρος του ποσού που προβλέπεται για την ολική απώλεια αυτού, ανάλογα με το σημείο αποκοπής του δακτύλου. Η πλήρης και η αθεράπευτη της ικανότητος λειτουργικής χρήσης ενός οργάνου ή ενός μέλους, το οποίο έτσι γίνεται ισόβια άχρηστο, θεωρείται ως πλήρης απώλεια του οργάνου ή του μέλους. Σε περίπτωση μόνιμης μερικής απώλειας, δηλαδή όταν η χρήση του βλαβέντος οργάνου ή μέλους μερικά μόνον εμποδίζεται η αποζημίωση συνίσταται σε ποσοστό του ποσού που προβλέπεται για την περίπτωση ολικής απώλειας ανάλογο με το βαθμό που εμποδίζεται η χρήση του οργάνου ή του μέλους. Σε κάθε περίπτωση μόνιμης μερικής ανικανότητας που δεν αναφέρεται στον παραπάνω πίνακα μονίμων μερικών ανικανοτήτων, το ποσό αποζημίωσης είναι ανάλογο προς τη μείωση της ικανότητας του ασφαλισμένου για οποιαδήποτε εργασία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το προβλεπόμενο ποσό για σωματική βλάβη της αυτής σοβαρότητας και βαρύτητας.
Σε περίπτωση απώλειας ή βλάβης οργάνου ή μέλους που είναι ήδη άχρηστο πριν από το ατύχημα, καμία αποζημίωση δεν καταβάλλεται για την απώλεια ή βλάβη του οργάνου ή του μέλους αυτού. Αν οι συνέπειες του ατυχήματος καθίστανται σοβαρότερες λόγω προϋπάρχοντος ελαττώματος ή αφαίρεσης ή αποκοπής μέλους, η αποζημίωση υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψιν μόνον της βλάβης που επήλθε άμεσα από το ατύχημα και όχι της μεγαλύτερης βλάβης που προήλθε έμμεσα από την κατάσταση που προϋπήρχε. Σε περίπτωση απώλειας περισσοτέρων οργάνων ή μελών, η οποία δεν συνιστά μόνιμη ολική ανικανότητα κατά τα προαναφερόμενα, το σύνολο της αποζημίωσης δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί το ολικό ασφαλιστικό ποσό το προβλεπόμενο για την περίπτωση της μόνιμης ολικής ανικανότητας.